Loving in a glass house

20 07 2009

Λίγους μήνες πριν, είχα γράψει ένα post για τον φίλο μου τον Χ. Δε θα ξαναγράψω ολόκληρη την ιστορία του, γιατί όπως είχα πει και τότε, δεν έχει και πολύ σημασία. Θα ξαναγράψω μονάχα όσα είναι απαραίτητα για να καταλάβετε τι θέλω να πω:

Ο Χ. είναι gay. Χωρίς να το ξέρει σχεδόν κανείς ζούσε μισή ζωή περιμένοντας κάποιον να του γκρεμίσει τους τοίχους. Και έπειτα…ήρθε ο Κ. Κεραυνοβόλος έρωτας, με αστράκια και πεταλούδες. Ο Κ. αρχικά δεχόταν το γεγονός πως ο Χ. δε νοιώθει έτοιμος να αποκαλύψει την πραγματικότητα στους ανθρώπους γύρω του. Τελικά, αυτός ήταν και ο λόγος του χωρισμού τους.

Με τον Χ. μιλάγαμε σε τακτά χρονικά διαστήματα. Μου έλεγε πάντα πόσο του λείπει ο Κ., πως χωρίς εκείνον νιώθει πως κάνει πράγματα μονάχα γιατί έτσι δε θα τον σκέφτεται, πως θέλει μια μέρα να ξυπνήσει και να μην τον σκέφτεται, να τον έχει ξεχάσει για πάντα, γιατί μερικές φορές οι καλές στιγμές γίνονται υπέροχες αναμνήσεις αλλά υπάρχουν και φορές που οι αναμνήσεις -καλές ή κακές – ξυπνάνε συναισθήματα και αναδύουν αρώματα που δε μπορείς να αντιμετωπίσεις.

Λίγο καιρό πριν ο Χ. αποφάσισε να πει στους ανθρώπους που θεωρούσε πως έπρεπε να ξέρουν, ότι είναι gay.

Μέχρι και σήμερα, δεν ξέρω αν το έκανε γιατί κατάλαβε πως το να ζεις στο ψέμα και το φόβο είναι σα να ζεις σε μια φυλακή ή αν μέσα του ήλπιζε πως αυτό θα γκρέμιζε τα εμπόδια που χώριζαν εκείνον και τον Κ. Μια καλοκαιρινή ημέρα, λοιπόν, το ανακοίνωσε στους γονείς του, στον αδερφό του και σε κάποιους φίλους του. Εννοείται πως η αρχική αντίδραση ήταν αποκαρδιωτική: η μητέρα του έβαλε τα κλάματα, ο πατέρας του από εκείνη την ημέρα τον αγνοεί και κάποιοι από τους φίλους του χάθηκαν σε δήθεν «δουλειές» και «τρεχάματα». Μονάχα ο αδερφός του αντέδρασε με κατανόηση: το βράδυ της ημέρας που του το ανακοίνωσε, πήγε στο δωμάτιό του, και του έδωσε μονάχα μια παλιά φωτογραφία τους που είναι οι δυό τους παιδιά και ένα φιλί στο μέτωπο. Και δεν είπε ούτε μία λέξη.

Δεν είναι τρομακτικό πώς μερικές φορές η σιωπή τα λέει όλα; Σε έναν φλύαρο κόσμο, πως γίνεται άραγε μια εκκωφαντική σιωπη να αρκεί για να επουλώσει πληγές και να αποτελέσει την μεγαλύτερη ένδειξη αποδοχής και αγάπης;

Μετά από αυτό ο Χ. έστειλε ένα μήνυμα στον Κ. Του έγραφε πως είναι πια ελεύθερος και πως αν θελήσει ποτέ να πάνε για έναν καφέ, έχει πολλά που οφείλει να του πει. Όταν τελικά βρέθηκαν, ο Χ. ευχαρίστησε τον Κ. και του είπε πως αν θελήσει κάποια στιγμή να είναι μαζί ξανά, εκείνος πάντα θα είναι εκεί. Ο Κ. το ίδιο βράδυ έστειλε απλά ένα «σ’αγαπάω ακόμα».

Και η ζωή γύρισε στους παλιούς της ρυθμούς.

Όλο αυτόν τον καιρό ο Χ. με άκουγε να του μιλάω για την κοπέλα μου, για το πόσο ευτυχισμένος είμαι και μου ζητούσε συνεχώς να τη γνωρίσει.

Προχθές συναντηθηκαμε οι τέσσερείς μας στο Θησείο. Τι όμορφο που είναι το Θησείο αυτή την εποχή;

Μιλήσαμε, γελάσαμε και θυμηθήκαμε πράγματα. Ο Χ. και ο Κ. συμπάθησαν αμέσως την Ε. Το ίδιο και εκείνη. Η συζήτηση ήταν φυσική, χωρίς τους δισταγμούς και τις ανασφάλειες της «πρώτης γνωριμίας».

Και όμως κάτι δεν ήταν σωστό…

Ο Χ. και ο Κ. ήταν πολύ ψυχροί ο ένας στον άλλο. Μιλούσαν και ήταν λες και ακούμε ένα ζευγάρι παντρεμένο που η καθημερινότητα το έχει φθείρει σε τέτοιο σημείο που να έχουν προ πολλού ξεχάσει το γιατί είναι ακόμα μαζί. Παλιότερα μιλούσαν και συμπλήρωνε ο ένας τον άλλο. Τώρα μιλούσαν και προσπαθούσαν να καλύψει ο ένας τη φωνή του άλλου. Παλιότερα κοιτούσε ο ένας τον άλλο και σπίθες έβγαιναν από τα μάτια. Τώρα, κοιτούσε ο ένας τον άλλο και δεν υπήρχε τίποτα.

Φεύγοντας, η Ε. με κοίταξε, με φίλησε και μου είπε «Δε θέλω ποτέ να γίνουμε έτσι. Αν είναι να τελειώσει, ας τελειώσει πριν φτάσουμε εκεί.»

Και έπειτα σκεφτόμουν σε όλο το δρόμο του γυρισμού.

Η φθορά…

Τι μπορεί να κάνει η φθορά σε πράγματα, ανθρώπους και αισθήματα.

Η σχέση τους ειχε τελειώσει. Τώρα πια δεν υπήρχε κανένας λόγος για να είναι μαζί. Ίσως να μην ήταν η αγάπη ποτέ αρκετή. Ίσως να μην υπήρξε ποτέ. Ίσως πάλι να άλλαξε μορφή – γιατί, το πιστεύω, η αγάπη δε χάνεται, απλά αλλάζει – και να έγινε σκουριά. Κανείς από τους δύο δεν το έβλεπε, ίσως γιατί κανενας από τους δύο δεν ήθελε. Πάντως το φάντασμα αυτου που υπήρξε, πλανιώταν πάνω από τα κεφάλια τους σαν δήμιος με ακονισμένο τσεκούρι.

Ίσως, αυτή να είναι η πιο τρανή απόδειξη πως όλες οι αγάπες – gay, straight- για οποιοδήποτε λόγο, κάποια στιγμή αλλάζουν και γίνονται σκουριά ή γλυκιά ανάμνηση. Πάντα λέω πως πρέπει να θάβεις τους νεκρούς σου, να θρηνεις όσα έχασες τόσο όσο αξίζουν μέσα σου. Όταν όμως σηκωθείς από το θρήνο, να πεις στον εαυτό σου «τελείωσε».

Σήμερα με πήρε ο Χ. και μου είπε πως περάσανε υπέροχα και μου ζήτησε συγνώμη για τον εκνευρισμό τους. Μου βρήκε μια δικαιολογία του σωρού για να με πείσει πως όλα είναι καλά. Ίσως πάλι να προσπαθούσε μάταια να πείσει τον εαυτο του πως όλα είναι καλά. Το δέχτηκα χωρίς δεύτερη σκέψη και τον καληνύχτισα. Κανείς δεν μπορεί να σου στερήσει το δικαίωμα να ζεις σε έναν γυάλινο κόσμο, άλλωστε. Μονάχα που όταν το γυαλί σπάει, πονάει πολύ περισσότερο από το να προσπαθήσεις να γλιστρήσεις από τις ρωγμές του.